Ο τόπος / Ιστορικό έρευνας / Μανόλης Ανδρόνικος


Ιστορικό έρευνας



Μανόλης Ανδρόνικος

Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος σταμάτησε τις ανασκαφές. Ακολούθησαν τα χρόνια του εμφυλί- ου, που ήρθε να αποτελειώσει ό,τι ο μεγάλος πόλεμος δεν κατάφερε. Μέσα όμως από τα χαρακώματα, που σκάφτηκαν στη Μεγάλη Τούμπα για να κρύψουν τους ανθρώπους βρήκαν διέξοδο στο φως κάποιοι άλλοι που βρίσκονταν αιώνες στο σκοτάδι. Μια εντυπωσιακή ζωγραφιστή μαρμάρινη στήλη, η πρώτη από ένα μεγάλο αριθμό παρόμοιων ταφικών σημάτων που αποκαλύφθηκαν με την ανασκαφή των επόμενων δεκαετιών. Όταν ο Μανόλης Ανδρόνικος επέστρεψε στη Βεργίνα, ως επιμελητής αρχαιοτήτων το καλοκαίρι του 1949, ήταν το πρώτο πράγμα που του έδειξαν. "Αριστερά ένας όρθιος άνδρας, δεξιά μια γυναίκα καθιστή· άπλωναν ο ένας στον άλλο το χέρι και τα έσφιγγαν σε θερμό χαιρετισμό. Ανάμεσά τους ένα μικρό παιδί.[…] Τούτο ήταν το πρώτο «τυχαίο» εύρημα της Μεγάλης Τούμπας", έγραφε ο Ανδρόνικος στις σημειώσεις του.

Ξεκίνησε από το 1951 να σκάβει στο εκτενές νεκροταφείο των τύμβων που απλωνόταν στην πεδιάδα βόρεια του ανακτόρου, έχοντας πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού του τη διερεύνηση της Μεγάλης Τούμπας. Από το 1952 έως το 1961 ανασκάφηκαν συστηματικά 32 τύμβοι και τα αποτελέσματά της έρευνάς δημοσιεύθηκαν στον τόμο Βεργίνα Ι, που κυκλοφόρησε το 1969.

Στη διάρκεια αυτής της περιόδου ο Μανόλης Ανδρόνικος γίνεται πανεπιστημιακός δάσκαλος (υφηγητής το 1957, καθηγητής το 1961) και διαδεχόμενος τον Ρωμαίο, ανασκάπτει πλέον στη Βεργίνα με τη βοήθεια των φοιτητών του. "Τώρα πια η ανασκαφή γινόταν και εργαστήριο διδαχτικό", έλεγε. Τα χρόνια που ακολούθησαν (1962-63) έγιναν δοκιμαστικές τομές στη Μεγάλη Τούμπα, οι οποίες όμως δεν έδωσαν ουσιαστικά αποτελέσματα.

Μετά από ένα κενό αρκετών χρόνων ήρθε η ώρα (το 1976) για να αρχίσει η συστηματική ανασκαφή. Μέσα από μια έντονη ανασκαφική διαδικασία, που κράτησε πέντε χρόνια, ήρθαν στο φως οι αρχαιότητες που φυλούσε καλά κρυμμένες ο τεράστιος χωμάτινος όγκος. Ένα Ηρώο, ένας κιβωτιόσχημος τάφος με καταπληκτική ζωγραφική διακόσμηση, δύο ασύλητοι μακεδονικοί τάφοι και ένας κατεστραμμένος είναι χονδρικά ο απολογισμός της αποκάλυψης. Πέρα όμως από την αδιαμφισβήτητη καλλιτεχνική αξία, αυτό που κάθε φορά χαρίζει ζωή σε ένα αρχαιολογικό εύρημα είναι η ερμηνεία του. Από αυτή την άποψη, η δήλωση του Ανδρόνικου το πρωινό της 24ης Νοεμβρίου 1977 "στηριγμένος λοιπόν σε ισχυρές αρχαιολογικές ενδείξεις, νομίζω πως έχω το δικαίωμα να πω ότι ο μεγάλος μακεδονικός τάφος μπορεί να ανήκει στον Φίλιππο Β" σφράγισε τη μοίρα αυτής της ανακάλυψης. Η ανασκαφή της Μεγάλης Τούμπας ολοκληρώθηκε το 1981 και ο Ανδρόνικος δημοσίευσε το 1984 το βιβλίο του Οι βασιλικοί τάφοι και άλλες αρχαιότητες, όπου εξέθετε τα δεδομένα, τους προβληματισμούς, τις σκέψεις και τις ερμηνείες του σχετικά με τα νέα ευρήματα. Η συζήτηση που ξεκίνησε από εκείνη τη μέρα και μετά, βέβαια, δεν έχει σταματήσει μέχρι σήμερα, καθώς οι προεκτάσεις της επιστημονικής αυτής σκέψης είναι πολλές και ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες.

Το 1982 η ανασκαφική ομάδα του πανεπιστημίου αφήνει πίσω της τη Μεγάλη Τούμπα (αφού πρώτα ο καθηγητής είχε φροντίσει για τη συντήρηση των μνημείων, σχετικά με την οποία έδειχνε ιδιαίτερη ευαισθησία και αίσθημα ευθύνης και η οποία συνεχίστηκε για πολλά χρόνια ακόμα έως την κατασκευή του μεγάλου στεγάστρου των βασιλικών τάφων από το Υπουργείο Πολιτισμού το 1992) και ξεχύνεται στην πόλη και στο νεκροταφείο ανοίγοντας έναν καινούργιο ευρύ κύκλο ανασκαφικών εργασιών.

Τη χρονιά αυτή εντοπίζεται σε άμεση σχέση με το ανάκτορο το θέατρο της πόλης και αμέσως βορειότερα το Ιερό της Εύκλειας (αγορά), ενώ συνεχίζονται οι εργασίες στην ακρόπολη και το νεκροταφείο (στενόμακρη τούμπα, ορθογώνιος περίβολος), που είχαν ξεκινήσει το προηγούμενο έτος. Το 1987 ανακαλύπτεται πλάι στον τάφο του «Ρωμαίου», ο τάφος της «Ευρυδίκης», ένας πρωιμότερος μακεδονικός τάφος, που ενίσχυσε το συλλογισμό που είχε αναπτύξει ο Ανδρόνικος σχετικά με την τυπολογική και μορφολογική εξέλιξη των μακεδονικών τάφων, ενώ την επόμενη χρονιά ακολουθούν κι άλλοι τάφοι στην ίδια περιοχή. Η συνεχής λειτουργία του νεκροταφείου, που είχε αποδειχθεί με την χρονολογική ευρύτητα των αρχαιολογικών ευρημάτων ενισχύεται με τους νεοαποκαλυφθέντες τάφους του 5ου αι. π.Χ. κατά τη διάρκεια του 1989.

Επίσης εντοπίζεται και ανασκάπτεται ένα οικοδόμημα των ελληνιστικών χρόνων με εσωτερική αυλή και εξώστη. Το 1990 ξεκινά η ανασκαφή του «Μητρώου» (Ιερό της Μητέρας των θεών).

Από τις 30 Μαρτίου 1992 ο Μανόλης Ανδρόνικος επιτηρεί πλέον τα σκάμματα μέσα από τις σκέψεις και τις καρδιές των συνεργατών του και των νέων αρχαιολόγων που ετοιμάζονται κάθε καλοκαίρι στη Βεργίνα.

Το 1993 ολοκληρώνεται και λειτουργεί το κέλυφος προστασίας των βασιλικών τάφων. Η εναγώνια προσπάθεια του Μανόλη Ανδρόνικου για την προστασία και την ανάδειξη των μνημείων που είχε αποκαλύψει δικαιώνεται και ο κόσμος συρρέει για μιαν ακόμα φορά στη Βεργίνα.

back to top